- υπομικροσκοπικός
- -ή, -όαυτός που δεν είναι ορατός ούτε με το μικροσκόπιο: Υπομικροσκοπικοί μικροοργανισμοί.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
υπομικροσκοπικός — ή, ό, Ν μη ορατός ακόμη και με το μικροσκόπιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < υπ(ο) * + μικροσκοπικός] … Dictionary of Greek